- βολβιτίνη
- βολβ-ιτίνη (prob. l. for βολβοτύνη), ἡ,A = βολβίδιον, Arist. and Speus. ap. Ath.7.318e:—also [suff] βολβ-ιτίς, ίδος, ἡ, Epich.61.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
βολβιτίνη — fem nom/voc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
βολβιτίνης — βολβιτίνη fem gen sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
βολβιτίναι — βολβιτίνᾱͅ , βολβιτίνη fem dat sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)